Saturday, July 7, 2007

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΟ ΓΗΠΕΔΟ


Σ' αγαπάω και η εντεκάδα
είναι φουλ προπονημένη
το παιχνίδι είναι ντέρμπι
και ο κόσμος περιμένει

Σ' αγαπάω και τη σέντρα
έξυπνα την εκτελώ
σίγουρη είναι η νίκη
τρία γκολάκια στο νερό

Σ' αγαπάω και δε μασάω
πέναλτι είναι αυτό
έμπειρες, λεπτές κινήσεις
και η μπάλα στο πλεκτό

Σ' αγαπάω και σκοράρω
έξυπνα και μετρημένα
το πλασέ έχει πετύχει
ο γκολκίπερ στα χαμένα

Σ' αγαπάω και επιμένω
το γρασίδι να ξεσκίζω
στην κερκίδα πανηγύρι
μ' ένα τάκλιν καθαρίζω

Σ' αγαπάω και το κόρνερ
με μια κεφαλιά τελειώνω
οι συμπαίχτες μου ορμάνε
τον εαυτό μου αποθεώνω

Σ' αγαπάω κι εκτός έδρας,
όλα τ' αντιμετωπίζω
κι αν εσύ μου κάνεις τρίπλες
την αγάπη σου κερδίζω

Σ' αγαπάω και κόκκινη κάρτα
δε θα δώσουν σ' εμάς φως μου
οι επόπτες φιλαράκια
ο διαιτητής γνωστός μου...

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΗ ΛΑΪΚΗ


Σ΄ αγαπώ και το καρπούζι
είναι full από κουκούτσια
Τα ροδάκινα δαγκώνω
Μου λερώνουν τα παπούτσια

Σ' αγαπάω και να το ξέρεις
μη φοβάσαι πια τα βράδια
θα σου φέγγουν να βαδίζεις
μικρά κόκκινα αχλάδια

Σ' αγαπάω και μη φοβάσαι
ο χειμώνας θα περάσει
κι όταν φτάσει καλοκαίρι
θα στο πω μ' ένα κεράσι

Σ' αγαπάω και μπάντζι-τζάμπινγκ
άμα θες να κάνεις κάντο
μα όσο στο κενό θα πέφτεις
τρώγε και ένα αβοκάντο

Σ' αγαπάω και για να φύγει
η πικρή σου στεναχώρια
θα σου δινω εγώ φιλάκια
όσα του ροδιού τα σπόρια

Σ' αγαπάω και δεν γουστάρω
κάθε βράδυ να ΄ναι ίδιο
την ανία για να σπάσω
τρώω ένα ακτινίδιο

Σ' αγαπάω κι ενώ τρέχεις
ξέγνοιαστος σε μια αλάνα
σαβουριάζεσαι και πέφτεις
δεν την είδες την μπανάνα;

Σ' αγαπάω κι αυτά τα λόγια
έτσι μην τα προσπερνάς
η μοναξιά είναι σκληρή
όπως είναι κι ο ανανάς

Friday, June 15, 2007

ΤΟ ΑΥΓΟ


Το τωρινό μου αγόρι μοιάζει πολύ με αυγό. Το πρόσωπό του είναι ένα ακριβές οβάλ σχήμα. Επίσης όλα τα πράγματα που χρησιμοποιεί και σχετίζονται μ' αυτόν αυγουλοφέρνουν, όπως το στρογγυλίζον κινητό του ή το αμάξι του που έχει το σχήμα ενός γιγάντιου δεινοσαυρικού αυγού. Δεν υπερβάλλω. Ίσως όλα εξηγούνται από τον τρόπο που γνωριστήκαμε: Κυριακή του Πάσχα σε σπίτι κοινών οικογενειακών φίλων τη στιγμή που όλοι κρατούσαν στα χέρια τους κόκκινα πασχαλινά αυγά και ήταν έτοιμοι για αυγουλοπόλεμο. Βέβαια μετά, κατάλαβα ότι το κακό ξεκίνησε πολύ νωρίτερα όταν μου αποκάλυψε πως από το νηπιαγωγείο μέχρι την Τρίτη Λυκείου πήγαινε στο ιδιωτικό σχολείο "Αυγουλέα". Το τελικό χτύπημα δόθηκε ένα απόγευμα που πήγα σπίτι του και γνώρισα τη μάνα του: μια κλώσα που όλη την ώρα βάφεται, παρφουμαρίζεται και ασχολείται με το γιό της γειτόνισσας. Ε, σκέφτηκα τότε, αφού τον γέννησε κλώσα, μόνο αυγό μπορούσε να βγει. Φοβάμαι πως αν στο μέλλον παντρευτούμε (γιατί πέρα απ΄το σχήμα του, όλα τ΄άλλα μ' αρέσουν), το παιδί μας θα γεννηθεί με τσόφλι. Τι να κάνω;

ΣΚΛΗΡΟ


Μια μέρα θα βρω κάποιον που θα με καταλαβαίνει. Αλήθεια! Θα σκέφτεται αυτό που σκέφτομαι κι εγώ, την ίδια στιγμή. Θα μου λέει όσα περιμένω ν

ακούσω πριν ακόμη καλά καλά τα σκεφτώ, σα να ναι μες το μυαλό μου. Θα ξέρει πότε πρέπει να μου μιλήσει με λόγια και πότε με σιωπή και όταν θα κλαίω δε θα ρωτάει γιατί αφού θα ξέρει από πριν την αιτία. Θα μ ακούει και θα νοιάζεται αληθινά για μένα με μια στοργή σχεδόν πατρική. Και θα μ
αγκαλιάζει... Ξέρεις πόσο συχνά θα μ αγκαλιάζει; Συνέχεια! Θα χει συνέχεια
ανοιχτή την αγκαλιά του και εγώ θ ασφυκτιώ μέσα της με ένοχη συγκατάβάση.

Ήθελα πολύ να φύγω. Να με πάρω από κει για να με σώσω, ήθελα ν' αδειάσω
εντελώς το δωμάτιό από μένα. Σκέφτηκα να πάρω κι εκείνη την κάρτα απτον τοίχο και τον κουμπαρά και το ασπρόμαυρο βιβλιαράκι και αυτούς τους φακέλους που σ αρέσει να με κλείνεις μέσα τους, τέλος τα κεράκια και δυο-τρία βιβλία που σου χω χαρίσει, κάτι μικροπράγματα και τη φωτογραφία μου κάτω απτο τζάμι. Τίποτα να μη με θυμίζει. Να χει πιο πολύ χώρο το δωμάτιο, να χωρέσει την κούρασή σου κι όλα αυτά που τόσο σε αγχώνουν, τα βιβλία της σχολής που διαβάζεις στο μετρό, τα περιοδικά που μαζεύεις, τις ταινίες σου, τα άσπρα φακελάκια που αγοράζεις για να βάζεις τα cd κι όλες τις αμφιβολίες σου για μένα.

Ξέρεις, υπάρχει κόσμος που κυκλοφορεί στις εφτά το πρωί!.. Συνάντησα
πολλές γιαγιούλες που πήγαιναν προς την εκκλησία στην πλατεία του Α.Αντωνίου,
έναν κύριο με μια τεράστια σακούλα jumbo, τρεις Κινέζους τουρίστες, μια κοπέλα με άκρως βραδυνό ντύσιμο, ένα ζευγάρι αταίριαστων μεσηλίκων, έναν περίεργο τύπο που χε δέσει τη σημαία της Αμερικής στο κεφάλι, έναν πατέρα με το γιό του που δεν πρόλαβαν να μπουν στο βαγόνι... Θα είχα παρατηρήσει περισσότερους μα μην ξαχνάς το περιστατικό με το σκυλί κάτω απ το σπίτι σου που μου χάλασε τη διάθεση. Γαύγισε και ήρθε προς το μερος μου πολύ αγριεμένο, τρόμαξα, ούρλιαξα κι έκανα πίσω χωρίς να προβλέψω την ύπαρξη τοίχου, χτύπησα αριστερά στην πλάτη, έπεσα κάτω, ξύστηκε το πόδι μου με το έδαφος, μια χαζή πλήγη σαν αυτές που είχαμε μονίμως στα γόνατα όταν ήμασταν παιδιά. Πόσο ταπεινωμένη ένιωσα. Πόσο ηλίθια. Αλλά ούτε πάλι νίκησα το φόβο μου. Περίμενα εκεί και το κοίταζα ώσπου ήρθε αυτή η κύρια και το πήρε.Αν δεν είχε έρθει ακόμη εκεί θα 'μουνα τώρα.

Σε είχα στην αγκαλιά μου ενώ προσπαθούσες να κοιμηθείς κι έκλαιγα.
Ήθελα μόνο να φύγω, όχι να με πας εσύ ούτε να κάνω την προσωπική μου
σκηνή-φεύγω δήθεν νευριασμένη και μόνη με μοναδικό στόχο να τρέξεις από πίσω μου
"αν πραγματικά ενδιαφέρεσαι". Ήθελα να βγω έξω για να μπορέσω να σκεφτώ πιο καθαρά. Κοιτούσα τα σώματά μας. Το στήθος μου. Δε μου φαινόταν καθόλου σεξουαλικό. Αυτό το χρώμα που έχουν τα σώματα ξεπερνάει την έννοια του φυσικού. Είναι πιο φυσικό απ το χρώμα του ξύλου ή απ το πράσινο των δέντρων ή από αυτό το απροσδιόριστο χρώμα του νερού. Γιατί κάτω απ το δέρμα υπάρχει αίμα που συνεχώς κυλάει. Σκέφτηκες ποτέ πως το αίμα κρύβει μέσα του τόση ζωή;...

Σκέφτομαι καμιά φορά και το σώμα του Βασίλη. Το άψυχο σώμα του Βασίλη.
Πώς θα ήτανε την ώρα ακριβώς που σκοτώθηκε μες το διαλυμένο αυτοκίνητο, με
αίματα (το αίμα κρύβει και θάνατο) ή απείραχτο παρά το ατύχημα και μετά
κάτασπρο και παγωμένο. Τον αγαπούσα το Βασίλη γιατί το πρόσωπό του
έλαμπε κι όλο χαμογελούσε. Κάθε βράδυ μου λέει "ζήσε, ζήσε, ζήσε"...

Δε θέλω να σε βαραίνω, όπως είπες. Καταρχήν δε θέλω να σε βαραίνει
τίποτα κι έπειτα αν κάτι σε βαραίνει, να μην είμαι εγώ. Όμως ούτε θέλω να
υποκρίνομαι, όπως είπες. Έχω πολλές απαιτήσεις από σένα, δε θέλω να τις ξεχνάω
λέγοντας ψέματα για να μη σε στενοχωρώ. Αλλά πάλι κουράστηκα λίγο μ αυτήν την κατάσταση. Πότε λίγο καλά πότε λίγο άσχημα, πάντα αυτό το καταραμένο ανατρέψιμο περίπου που τώρα πια το ξέρω: θα με κυνηγάει πάντα. Νιώθω πως χρειάζομαι χρόνο για όλα. Συγγνώμη για την επιπλέον κούραση που σου προκάλεσα και που σε "πηγαινοέφερα μες το βράδυ".

ΞΥΔΙ

Επιπλέω μέσα σε απίστευτες ποσότητες ξυδιού κακής ποιότητας. Και είναι σα να με λούζουν όλα τα άσχημα που έχω κάνει, όπως μερικά ψέματα που έχω πει για ν αποφύγω άβολες καταστάσεις και για να κάνω τους άλλους να μ αγαπήσουν πιο πολύ με το να μεγαλώνω εκείνο το αμφίβολο δέος που νιώθουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους. Γιατί να μην τους κρύψω την αλήθεια; Όποτε την ξεφουρνίζω ευθέως αντί για ένα επιφώνημα έκπληξης και μια διάθεση σχετικής μετάνοιας, εκείνοι γελάνε σα να τους είπα κάποιο αστείο και προχωρούν ακάθεκτοι, αιώνια αφοσιωμένοι σ αυτή την αυτοσχέδια κατασκευή τους που ποτέ δεν τους προδίδει.

Γιατί να επιμείνω ακόμη κι όταν βλέπω πως ίσως καταφέρω να τους αφυπνίσω; Κανείς δε μου έδωσε το δικαίωμα να τους στενοχωρήσω τόσο βαθιά, αντίθετα, το οτι η αγάπη μου γι αυτούς δεν είναι τόσο μεγάλη όσο μπορούσε να είναι, μου αφαιρεί κάθε δικαιοδοσία επάνω στην εύθραυστη ψυχή τους. Θα τους αφήσω ήσυχους. Θα τους χαρίσω την ηρεμία που αξιώνω κι εγώ από την πλευρά τους κι έτσι δε θα χω πια διλήμματα ούτε βράδια τόσο ένοχης αυπνίας.

Saturday, March 17, 2007

ΤΩΡΑ

Τώρα που το μυαλό και η καρδιά μου βρίσκονται σε σύγχυση, κοίτα γύρω σου ανθρώπους, όλοι άγνωστοι, ποιοι είναι, τι διεκδικούν και τι θα καταλάβουν αν τους πω για τα άδεια ατέλειωτα βράδια μου που μόνο το φως του ήλιου μπορεί να με λυτρώσει, τους μιλάω αλλά η φωνή μου δεν φτάνει μέχρι τ' αυτιά τους, τους κοιτάζω μα νιώθω πως δεν τους βλέπω, ξέρω πολλά γι' αυτούς μα δεν έχω νιώσει την ανάσα τους, δεν έχω συγκρατήσει τη μυρωδιά τους -ούτε τους έχω πληγώσει ποτέ.

Τώρα που ψάχνω κάποιον να μιλήσω,να είμαι εγώ όταν του μιλάω και να μη χρειάζεται να χαμογελάω, και δεν βρίσκω -αλήθεια δεν βρίσκω τέτοιο άνθρωπο, έχω πια δύο εαυτούς, ο ένας είναι αυτός που ξέρεις και ο άλλος είναι ένα μισητό πρόχειρο κατασκεύασμα που εγώ επινόησα για να είμαι "αρεστή", ιδανική για παρέα και καλή κοπέλα. Γιατί να είμαι καλή αφού αυτή μου η αγωνία είναι υπεύθυνη για τόσα λάθη που έχω κάνει; Που εμπιστεύτηκα ανθρώπους που δεν έπρεπε, που δεν πίστεψα σε άλλους που έπρεπε, που είπα λόγια σκληρά και ψεύτικα και απότομα και κρύα, να, όλα αυτά σκέφτομαι τα βράδια και δεν μπορώ να ησυχάσω με τίποτα, με πιάνει αυτός ο φόβος στην καρδιά, κι είναι τόσο μα τόσο φριχτός γιατί κρύβει μέσα του βαθύ παράπονο, γιατί έχω κάνει κι εγώ αμέτρητα λάθη αλλά δεν μπορώ να τα καταλογίσω όλα μα όλα σ' ’εμένα, αφού και οι άλλοι με πόνεσαν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο.

Τώρα που κάθε μέρα νιώθω να μεγαλώνω -και να μεγαλώνω όχι στα χρόνια, μα στην ψύχη. Κάπου έλεγε πως η σοφία της ψυχής αποκτιέται με πόνο, μα εγώ πονάω και δε γίνομαι πιο σοφή, αν γινόμουν θα είχα και γνώση, αλλά τώρα τίποτα δεν ξέρω, ούτε πως να φερθώ, ούτε τι να διαλέξω και τι ν' ’αφήσω πίσω, ούτε τι είμαι, μια ακατάσχετη φιγούρα, χλωμή σκιά, μικρά ενωμένα κύτταρα απο διαφορετικούς ευπαθείς οργανισμούς, τότε ήμουν ένα κοριτσάκι, ένα παιδί που πήγαινε σχολείο, διάβαζε πολύ, με κοτσίδα, σιδεράκια και γυαλιά, που είχε ένα στόχο, τώρα δεν έχω κανένα σκοπό -δε βιάζομαι να πετύχω τίποτα.

Τώρα που οι σκέψεις μου γίναν τόσες πολλές που με τρελαίνουν, με πνίγουν, όλα τ' ’αναλύω, πώς θα ήταν αλλιώς, γιατί είναι έτσι και για πόσο.

Τώρα που όλους τους παρατηρώ και σχεδόν πάντα ο καθένας έχει κάτι που ολότελα εμένα μου λείπει, αλλά το βασικό είναι ότι μου έλειπε πάντα. Τι να 'ναι αυτό; Μήπως ανασφάλεια; Δεν ξέρω, άρα η αυτοπεποίθηση και η αυτοεκτίμηση που νόμιζα πως είχα ήταν ένα τόσο μεγάλο ψέμα. Κι όμως, δεν μπορεί να κορόιδευα τους άλλους και τον ίδιο μου τον εαυτό, η ιδέα και μόνο πως είμαι ανασφαλής υπερνικά σε τρόμο όλες μου τις ανασφάλειες.
Τώρα που κατάφερα επιτέλους να γεμίσω τη ζωή μου με πολλά πράγματα αλλά πάντα υπάρχει αυτό το κενό, έτσι, γιατί νιώθω πως πουθενά δεν ανήκω, τίποτα δε με γεμίζει ολότελα, πάντα κάτι κλαίει απο ανικανοποίηση, πώς θα το αντιμετωπίσω αυτό; Δεν μπορώ να τα δοκιμάσω όλα απο φόβο μήπως και τότε ακόμα δε βρω τίποτα ιδανικό και δε θα χω πια καμία ελπίδα.

Τώρα που κάθε μα κάθε μέρα λέω στον εαυτό μου πως η ζωή είναι μία και μικρή και τί νόημα έχουν όλα αυτά, γιατί να κάνουμε τόσα πράγματα που μας δυσαρεστούν αφού όλα μάταια είναι, γιατί να μην προσπαθούμε να περάσουμε καλά, ό,τι και αν σημαίνει αυτό, και στεναχωριόμαστε για βλακείες ενώ είμαστε καλά, δεν ξέρω.

Τώρα που η αισιοδοξία μου έχει φτάσει στον μείον άπειρο γιατί τίποτα καλό ή αναπάντεχο δε συμβαίνει, αλλά και αυτό που λέω τώρα μοιάζει αχάριστο αφού είμαι καλά αλλά και πάλι δεν μπορώ να αρκεστώ στο ότι είμαι καλά μέχρι να μην είμαι καλά.
Τώρα που όσο περνούν οι μέρες θλίβομαι και νιώθω να μικραίνω και γίνομαι μικροσκοπική, μια απειροελάχιστη ύλη σ' ’έναν κόσμο που δεν ξέρω πως δημιουργήθηκε, θα μπορούσα να έχω την ίδια μάζα με έναν κόκκο άμμου αλλά κρίμα για μένα που δεν μπορώ να έχω την ελαφρότητά του.

Τώρα λοιπόν που βρίσκομαι στο μεταίχμιο φθοράς και αφθαρσίας και ξύπνησα αυτό το πρωί της Κυριακής, τι να σημαίνει ένα ακόμη μελαγχολικό πρωινό μετά απο τόσες μέρες που βρέχει, (ξέρω ότι δεν θα βρέχει για πάντα), κι αποφάσισα να σου γράψω όλα αυτά κι ας παίρνω το ρίσκο να μην τα σεβαστείς και να μην τα εκτιμήσεις, κι είναι τόσο πολύτιμα για μένα και δεν ξέρω καθόλου το γιατί στα έγραψα αλλά δεν πειράζει γιατί είτε τα εκτιμήσεις είτε μετανιώσω πικρά που στα έστειλα πάλι κάτι θα έχω να κερδίσω. Όλα, όλα γίνονται για κάποιο λόγο, οπότε μην υποκριθείς, όχι σ' ’εμένα.

ΠΡΩΤΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

Κάθε φορά λίγο πριν κατέβω στην αποβάθρα ακούω το θόρυβο του τρένου που μόλις έφτασε και τρέχω γρήγορα,κατεβαίνω δύο δύο τα σκαλιά για να το προλάβω. Εννιά στις δέκα φορές και αφού η προσπάθειά μου μοιάζει επαρκής,αντικρύζω το τρένο που πηγαίνει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Λουφάζω και περιμένω το δικό μου τρένο χωρίς ιδιαίτερη ανυπομονησία. Δίπλα μου, κύριοι που κρατούν χαρτοφύλακες, παιδιά με σχολικές τσάντες,γυναίκες με ψώνια, κοπέλες με μικρές κομψές τσάντες, εσύ/

Αυτή η σιωπή τα ξέρει όλα. Ντύνει τις σκέψεις μου με φαρδιά κόκκινα υφάσματα και τις σπρώχνει για να βγούν στη σκηνή. Όλες οι άσχημες κοπέλες που με κοιτάζουν μ' επιμονή στα μάτια κι εκείνοι οι νεαροί με τα πολύ πεταχτά αυτιά και το ατσούμπαλο σώμα που με φλερτάρουν στο λεωφορείο, νιώθω πως θέλουν να φάνε κάτι απο μένα. Ένα ''καλό'' κομμάτι μου. Θα 'θελαν να χουν αυτό που τους έκανε να με παρατηρήσουν. Αυτο που θα τους έκανε να ξυπνήσουν ένα πρωί και να λάμπουν μέσα στα γκρι ρούχα τους. Οι άσχημοι άνθρωποι φοράνε πάντα άσχημα ρούχα. Ή γκρι μουντά χρώματα ή ρούχα με πολλές διαφορετικές αποχρώσεις που δημιουργούν μια αστεία-μελαγχολική εικόνα στο σύνολό τους/

Κάθε φορά που λέω πως ήρθε ο καιρός να ξεκινήσω κάτι καινούριο, να είμαι πιο σταθερή στο δρόμο που διάλεξα και να βρω κάτι που πραγματικά με γεμίζει ώστε να μην πονάω απο την περιφρόνηση των άλλων και να μην εξαρτώμαι απο τις τρελές τους διαθέσεις,όλο μου το είναι αρνείται σ'αυτή την απόφαση και πάντα αναβάλλει κάθε πρώτο βήμα/

Σα να με προστατεύω και παράλληλα ν'αφήνομαι γλυκά-έρμαιο ενός είδους αυτοκαταστροφής. Λες κι άμα καταστραφώ έχει σημασία το ποιός με κατέστρεψε,οι άλλοι ή εγώ/

Η διαχειρίστρια άφησε πάλι σημείωμα για τα κοινόχρηστα. Να εξοφληθούν πριν ακόμη λήξει η προθεσμία για την εξόφλησή τους. Ήθελα να της χτυπήσω την πόρτα και να της πω ''δώσε μου λίγο ακόμη χρόνο. Τα λεφτά τα έχω αλλά χρειάζομαι χρόνο''. Δεν ξέρω γιατί,ποτέ δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, παρά την τελευταία στιγμή. Σα να μην είμαι ποτέ σίγουρη για κάτι και στο τέλος που δεν μπορώ πια να το αποφύγω, το φέρνω σε πέρας μετά απο μεγάλη προσπάθεια/

Αυτά τα πορτοκαλί φώτα στους μικρούς δρόμους της Αθήνας κάνουν την πόλη να φαίνεται πιο μικρή και πιο επικίνδυνη. Όπως στις ταινίες, κάθε φορά που 'μαγειρεύεται' κάτι,οι πρωταγωνιστές βρίσκονται σε μια παλιά μισοσκότεινη αποθήκη ή μιλούν σ'ένα ερημικό μέρος με μικρά πορτοκαλί φώτα. Φοβάμαι να περπατάω μόνη μου το βράδυ σ'αυτά τα χλομά φώτα, φοβάμαι πολύ μα το απολαμβάνω, νιώθω μια όμορφη θλίψη, νιώθω πως το επικίνδυνο σκοτάδι με προστατεύει απο αυθόρμητες κινήσεις που γίνονται σε λάθος στιγμή. Χτες γύρισα σπίτι με τα πόδια μόνη μου τέσσερεις παρά. Όλοι μα όλοι οι δρόμοι ήταν άδειοι. Ούτε άνθρωποι, ούτε αυτές οι βρώμικες γάτες γύρω απο τους κάδους σκουπιδιών, ούτε ήχοι. Τεράστια άδεια οικοδομικά τετράγωνα. Τρόμαξα πολύ μα ήταν τόσο όμορφα/


Καληνύχτα...